Ένας άβγαλτος Τεξανός, ο Τζο Μπακ (Τζον Βόιτ), παραιτείται από τη δουλειά του ως λαντζιέρης και παίρνει το λεωφορείο για τη Νέα Υόρκη, την οποία επισκέφτεται για πρώτη φορά. Τα σχέδιά του είναι να εκμεταλευτεί την αρρενωπή του εξωτερική εμφάνιση και να γίνει συνοδός ευπόρων κυριών.
Ο Τζο βασανίζεται από άσχημες αναμνήσεις του παρελθόντος (βία, σεξουαλική κακοποίηση και εγκατάλειψη), οι οποίες του έχουν αφήσει ανοιχτές πληγές, αλλά δεν το βάζει κάτω εφόσον έχει καταφέρει να διατηρήσει μια παιδική αφέλεια σε συνδυασμό με την αισιοδοξία και τη δίψα για ζωή. Η ευγένεια, μαζί με τη γενναιοδωρία και την αφέλειά του, τον καθιστούν εύκολο στόχο στη μεγαλούπολη. Παρά το γεγονός ότι τον εξαπατούν και τον κλέβουν, ο Τζο συνεχίζει να συμπεριφέρεται με ευγένεια στους συνανθρώπους του κι όταν συναντά τον μικροαπατεώνα Ενρίκο Σαλβατόρε Ράτσο Ρίτσο (Ντάστιν Χόφμαν), του δείχνει εμπιστοσύνη, ενώ ο Ράτσο του κλέβει 20 δολάρια. Οι δυο τους συναντιούνται ξανά αργότερα και γίνονται φίλοι και συνοδοιπόροι. Ο Ράτσο προσφέρεται να βοηθήσει τον Τζο με την ενασχόλησή του ως ζιγκολό με το αζημίωτο, αλλά η υγεία του εξασθενεί. Τότε ο Τζο καλείται να κάνει επιλογές τις οποίες δεν είχε αναλογιστεί ποτέ στο παρελθόν.
Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζέιμς Λίο Χίρλιχαϊ το οποίο διασκεύασε για τη μεγάλη οθόνη ο Γουόντο Σολτ. Η ταινία έλαβε εφτά υποψηφιότητες για βραβείο Όσκαρ και βραβεύτηκε με τρία μεταξύ των οποίων και με Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Πρόκειται για την πρώτη και μοναδική ταινία, με την ένδειξη αυστηρώς ακατάλληλη που κέρδισε το εξής βραβείο[1]. Θεωρείται μέχρι και σήμερα ως μια από τις σημαντικότες αμερικανικές ταινίες όλων των εποχών και το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε στην 36η θέση στη λίστα με 100 αριστουργήματα του αμερικανικού κινηματογράφου, ενώ το 1994 η ταινία επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου ως πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική.
Σκηνοθεσία Τζον Σλέσιντζερ. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι οι Ντάστιν Χόφμαν, Τζον Βόιτ και Σίλβια Μάιλς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου